Η ενωμένη αριστερά κέρδισε τις εκλογές του 1981 και έφερε στη χώρα σημαντικές αλλαγές. Η διχόνοια όμως μεταξύ των κομμάτων της αριστεράς, καθώς και ο νεοφιλελεύθερος εκτροχιασμός, που χαρακτήρισε γενικότερα την δεκαετία του ’80, έφεραν σταδιακά την απογοήτευση σε όσους ήλπιζαν ότι η νίκη του ’81 ήταν η απαρχή μιας βαθιάς κοινωνικής αλλαγής. Σε αυτούς ανήκα κι εγώ.
Στην Ελλάδα ήθελα να ασχοληθώ με νέες μορφές κοινωνικής δράσης και η ίδρυση μιας οργάνωσης στα πρότυπα των Γιατρών Χωρίς Σύνορα (ΓΧΣ) και των Γιατρών του Κόσμου(ΓτΚ) ήταν για μένα μια συναρπαστική πρόκληση. Το 1990 είχα ήδη συμμετάσχει σε αποστολές και με τις δυο οργανώσεις. Το όνειρό μου (ομολογώ τουλάχιστον «αφελές» όπως το βλέπω σήμερα) ήταν να ιδρυθεί στην Ελλάδα μια ενιαία οργάνωση, ξεπερνώντας την διάσπαση που είχε επέλθει στην Γαλλία το 1980, με την δημιουργία των Γιατρών του Κόσμου, που είχαν αποσπαστεί από τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα. Ήμουν παρών στην ιστορική συνεδρίαση του ΔΣ του Γαλλικού τμήματος των ΓΧΣ, όπου συζητήθηκε η ίδρυση ενός ελληνικού τμήματος, αρχικά ως θυγατρικού του γαλλικού. Ταυτόχρονα τότε, συνάντησα στο Παρίσι, όπου έμενα ακόμα, τους συναδέλφους που ετοίμαζαν την ίδρυση του ελληνικού τμήματος των Γιατρών του Κόσμου. Η ενιαία ελληνική οργάνωση αποδείχτηκε μια ουτοπία. Έτσι μετείχα και εγώ την άνοιξη του 1990 στην ίδρυση των Γιατρών του Κόσμου στην Ελλάδα. Θυμάμαι τον ενθουσιασμό εκείνης της συγκέντρωσης αλλά και την μεγάλη απειρία. Αν δεν κάνω λάθος, πρέπει τότε να ήμουν το μόνο μέλος, που είχε συμμετάσχει σε αποστολή με κάποιο από τα ξένα τμήματα. Θυμάμαι εκείνη την εποχή, ότι οι φίλοι απευθύνονταν σε μένα για να ζητήσουν διαφάνειες από τις αποστολές, όπου είχα συμμετάσχει για να τις προβάλουν σε διάφορες ενημερωτικές εκδηλώσεις. Ήταν η «ηρωική εποχή», ελάχιστα μέσα, πολύς ενθουσιασμός, αρκετή αφέλεια και απειρία…
Ως μέλος του πρώτου ΔΣ των ΓτΚ ανέλαβα τις διεθνείς σχέσεις του ελληνικού τμήματος και ειδικά την επικοινωνία με το γαλλικό τμήμα. Ταυτόχρονα προσπάθησα να χτίσω γέφυρες με τους ΓΧΣ, που ιδρύθηκαν λίγους μήνες μετά. Έτσι εγκαινιάσαμε μια κοινή στήλη στο περιοδικό «Αντί» και κάναμε μια κοινή εκδήλωση στην Καλαμπάκα. Επιθυμία μου εκείνη την εποχή ήταν, εφόσον δεν είχε ιδρυθεί κοινή οργάνωση, να υπάρξει τουλάχιστον μια διαρκής κοινή επιτροπή ή συμβούλιο ή κάποια δομή, που να επιτρέπει την αλληλοενημέρωση και σε κάποιο βαθμό ένα συντονισμό. Η δυναμική και των δυο τμημάτων όμως τα ωθούσαν περισσότερο προς την εκάστοτε μητρική οργάνωση παρά προς τη συνεργασία μεταξύ τους. Αναλύοντας την κατάσταση εκ των υστέρων, το θεωρώ τελείως φυσιολογικό. Επιπλέον οι δυο οργανώσεις, που είχαν κατά βάση το ίδιο ανθρωπιστικό ιδανικό, είχαν και πολύ διαφορετικές αντιλήψεις, όσον αφορά στην διεξαγωγή της δράσης. Οι ΓτΚ έδωσαν έμφαση στον ελληνικό χαρακτήρα της οργάνωσης και στον πολιτικό λόγο, που προκύπτει από την ανθρωπιστική δράση, ακολουθώντας στο σημείο αυτό το πρότυπο των Γάλλων ΓτΚ. Από την πλευρά τους, οι ΓΧΣ έδωσαν προτεραιότητα στην ιατρική και υγειονομική εγκυρότητα των αποστολών και προσπάθησαν να αφομοιώσουν την μεγάλη τεχνογνωσία των προγενέστερων τμημάτων.
Αρκετά γρήγορα η ιδιοσυγκρασία μου με ώθησε προς τους ΓΧΣ. Για μένα, ως νέο χειρουργό και στο σημείο της πολιτική πορείας που βρισκόμουν τότε, είχε πρωτεύουσα σημασία η μετρήσιμη αποτελεσματικότητα της ιατρικής πράξης και η αυστηρή προσήλωση στη «Μαρτυρία» (témoignage) βάσει της βιωματικής εμπειρίας του γιατρού, αφήνοντας τα πολιτικά συμπεράσματα στην κρίση του καθενός. Ήθελα να είμαι πρώτα απ’ όλα γιατρός και ό,τι «πολιτικό» εκπορευόταν από την δράση μου, να συνδέεται άμεσα με την ιατρική υπόσταση αυτής της δράσης.
Ήταν όμως σε ένα βαθμό μια παράδοξη πορεία. Στην Γαλλία εκείνη την εποχή οι δυο οργανώσεις, ΓΧΣ και ΓτΚ, είχαν πάρει και πολιτική απόχρωση. Ο πρώην Γενικός Διευθυντής των ΓΧΣ, Claude Malhuret, είχε εισαχθεί στη δεξιά κυβέρνηση του Jacques Chirac. Ο δε Bernard Kouchner, πρώην πρόεδρος των ΓτΚ, έγινε υπουργός της αριστερής κυβέρνησης του François Mitterrand. Θυμάμαι ότι το 1990 ο τότε πρόεδρος του Γαλλικού Τμήματος των ΓΧΣ, Rony Brauman, υποστήριζε ανοιχτά μια σκληρή πολιτική γραμμή με κύριο άξονα τον διεθνή αντικομουνιστικό αγώνα. Και με το σκεπτικό αυτό δινόταν π.χ. μεγάλη έμφαση στην υποστήριξη της ισλαμικής αντίστασης κατά του φιλοσοβιετικού καθεστώτος στο Αφγανιστάν, απ’ όπου ξεπήδησαν μετά οι Ταλιμπάν (αργότερα, προς τιμή του, ο Brauman, όντας ο ίδιος Εβραίος, πήρε γενναία θέση υπέρ της υποστήριξης του Παλαιστινιακού πληθυσμού). Σήμερα εύλογα μπορεί να αναρωτηθεί κανείς, πώς το ανθρωπιστικό κίνημα έκρυβε στον κόρφο του και τέτοιου είδους υστεροβουλίες. Για να το εξηγήσουμε πρέπει να καταλάβουμε ότι ακόμη και οι ΜΚΟ, οι οποίες δομούνται πάνω στα πιο οικουμενικά ιδανικά δεν παύουν να είναι προϊόντα της κοινωνίας, που τις γεννά. Οι Γάλλοι εθελοντές αυτών των ΜΚΟ δεν έπαυαν να είναι και Γάλλοι πολίτες, επιρρεπείς στις κυρίαρχες απόψεις εκείνης της εποχής στη χώρα τους. Απόψεις που ήθελαν τους «καλούς ισλαμιστές» να αντιστέκονται στους «κακούς κυβερνητικούς» - υποχείρια της σοβιετικής δύναμης - χωρίς να κατανοούν, ότι η δικτατορία που θα επέβαλαν με την νίκη τους θα ήταν ακόμα πιο απεχθής και σίγουρα πιο επικίνδυνη για τη διεθνή ασφάλεια και τη ζωή των ίδιων των Αφγανών. Και για να ήμαστε αντικειμενικοί πρέπει να γνωρίζουμε ότι καμία κοινωνία δεν αποτελεί εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα, ούτε βέβαια η Ελληνική.
Το ελληνικό τμήμα των ΓΧΣ, στο οποίο είχα την τιμή να προεδρεύσω από το 1996 μέχρι το 2001, απέφυγε πολλές από τις κακοτοπιές που περιέγραψα, όχι διότι τα μέλη του ήταν πιο σοφά αλλά λόγω της «χαρακτηριστικού» του να σχετίζεται οργανωτικά στενά με τα αδελφά τμήματα της δυτικής Ευρώπης, έχοντας ταυτόχρονα βαθιές ρίζες στην ελληνική κοινωνία. Αυτό το χαρακτηριστικό βοήθησε την ελληνική οργάνωση να κρατήσει μια ισορροπημένη θέση, όπως στη δύσκολη περίπτωση του πολέμου του Κοσσόβου. Στάθηκε στο πλευρό όλων των θυμάτων, τόσο στην πλευρά των Αλβανών Κοσσοβάρων, όσο και των Σέρβων. Βέβαια η στάση αυτή έφερε την ελληνική οργάνωση σε ρήξη με τα άλλα τμήματα των ΓΧΣ. Εδώ όμως επιβεβαιώθηκε ο κανόνας ότι, όταν βασίζεις την άποψή σου σε θέσεις αρχών, αργά ή γρήγορα δικαιώνεσαι. Η δικαίωση αυτή ήρθε με την επανένωση του ελληνικού τμήματος με το διεθνές κίνημα των ΓΧΣ και κυρίως με την αυτοκριτική, που πολύ έντιμα διατύπωσε ο πρόεδρος του Διεθνούς Συμβουλίου σε μια συμβολικής σημασίας συνάντηση στην Αθήνα πριν τρία χρόνια.
Σήμερα, με το πέρας μιας εικοσαετίας, τόσο οι ΓΧΣ όσο και οι ΓτΚ κόσμου κλείνουν την «παιδική» και την «εφηβική» τους ηλικία. Έχουν προσφέρει ένα πρωτόγνωρο, σημαντικότατο έργο και έχουν κερδίσει την εμπιστοσύνη και την αγάπη της κοινωνίας μας. Είναι οργανώσεις με εμπειρία, με τεχνογνωσία, με σημαντικά υλικά μέσα. Ταλανίζονται όμως πλέον από άλλα προβλήματα. Τολμώ να πω ότι σε ένα βαθμό τούς βαραίνει η ίδια η επιτυχία τους. Οι άμισθοι εθελοντές εξελίσσονται σε εθελοντές-επαγγελματίες. Η ενασχόληση με ΜΚΟ μετατρέπεται σε σταδιοδρομία. Οι μεγάλες χρηματοδοτήσεις ανοίγουν δυνατότητες αλλά εγκλωβίζουν και σε υποχρεώσεις.
Δεν είμαι απ’ αυτούς που «μηρυκάζουν» τον «παλιό καλό καιρό». Θεωρώ ότι μια οργάνωση, όπως και ένα φυσικό πρόσωπο, νομοτελειακά περνάει από διάφορες ηλικίες, με τα συν και τα πλην της κάθε μίας. Προσωπικά ταυτίστηκα με μια περίοδο αυτής της πορείας. Δεν θέλησα να γίνω «επαγγελματίας εθελοντής», χωρίς να προσάπτω τίποτα σε όσους το επέλεξαν. Θα ήθελα μέσα από καινούργιες δικές μου επιλογές να βοηθήσω το ανθρωπιστικό κίνημα, στη γενικότερη μορφή του, έτσι ώστε αυτό που ονομάζουμε «κοινωνία των πολιτών» να βρει και να διασφαλίσει την θέση του στο σημερινό κοινωνικό-πολιτικό γίγνεσθαι.
Αυτός είναι ο λόγος που, συνεχίζοντας τη δική μου πορεία, η οποία ξεκινάει από την πολιτική δράση τη δεκαετία του ’70, αποφάσισα να συμμετέχω και πάλι στην πολιτική στο τέλος της πρώτης δεκαετίας του ΧΧΙου αιώνα. Ούτε τώρα πρόκειται να γίνω «επαγγελματίας πολιτικός». Σκοπός μου είναι, στο μέτρο που αυτό είναι εφικτό, να μεταφέρω σε ένα πολιτικό σύστημα, που παραπαίει και βρίσκεται πίσω από τις ανάγκες της κοινωνίας, γνώσεις, ευαισθησίες, αντιλήψεις, πρακτικές, που απέκτησα σε όλη την προηγούμενη πορεία μου. Ένας από τους βασικούς μου στόχους είναι να συμβάλω ενεργά στη δημιουργία ενός «Θεσμικού Πλαισίου», που θα προστατεύει και θα ενθαρρύνει τον εθελοντισμό, τις πρωτοβουλίες των πολιτών, την ανεξαρτησία των ΜΚΟ, καθώς και την διαφάνεια και την αξιοκρατία στις σχέσεις τους με κάθε δημόσια και κρατική αρχή.
* Ο Οδυσσέας Βουδούρης είναι ιατρός χειρουργός. Εξειδικεύτηκε στην ογκολογική χειρουργική, στην λαπαροσκοπική χειρουργική και στην χειρουργική θεραπεία της νοσηρής παχυσαρκίας. Σπούδασε στη Γαλλία και εργάζεται σήμερα στην Αθήνα. Είναι μέλος του Γαλλικού τμήματος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα από το 1985. Διετέλεσε μέλος του ΔΣ των Γιατρών του Κόσμου-Ελλάδα από το 1990 ως το 1993, πρόεδρος του Ελληνικού τμήματος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα από το 1996 ως το 2001, αντιπρόεδρος του Διεθνούς Συμβουλίου των ΓΧΣ το 1998-99, πρόεδρος-γενικός διευθυντής του Περιφερειακού Συστήματος Υγείας Πελοποννήσου την περίοδο 2001-2004. Εκλέχθηκε βουλευτής Μεσσηνίας στο ψηφοδέλτιο του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος το 2009.