Αξιότιμε κ. Περιφερειάρχη,
Ως γνωστό, με την εγκύκλιο Υ.Α.Π.Ε./Φ1/οικ.26928/16-12-10 καθορίστηκαν οι διαδικασίες για την Εφαρμογή των διατάξεων του ν.3851/2010 σχετικών με την εξέταση αιτημάτων για την εγκατάσταση σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. σε γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας. Με βάση αυτή την εγκύκλιο, η αρμοδιότητα των υπηρεσιών Περιβάλλοντος της Περιφέρειας περιορίζονται στην έκδοση απαλλακτικού από τη διαδικασία της περιβαλλοντικής αδειοδότησης. Από την άλλη μεριά και όπως προκύπτει από τη σχετική νομοθεσία αδειοδότησης των φωτοβολταϊκών σταθμών δεν προβλέπεται σε κανένα στάδιο της διαδικασίας έλεγχος για τη ορθολογική χωροθέτηση αυτών των σταθμών με τέτοιο τρόπο ώστε να μην αλλοιωθούν τα τοπικά χαρακτηριστικά και κυρίως στα τουριστικά νησιά της χώρας όπως είναι τα Ιόνια Νησιά.
Μάλιστα στο άρθρο 17 του ειδικού πλαισίου χωροταξικού σχεδιασμού και αειφόρου ανάπτυξης για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΦΕΚ 2464/3-12-2008) αναφέρεται ότι «οι εγκαταστάσεις εκμετάλλευσης της ηλιακής ενέργειας πρέπει κατά προτίμηση να είναι αθέατες από πολυσύχναστους χώρους», θεωρούμε ότι υπάρχει σοβαρό πρόβλημα με την έλλειψη σχεδιασμού που παρατηρείται και την έλλειψη οργανωμένου σχεδίου χωροθέτησης των μικρών φωτοβολταϊκών σταθμών σε γεωργική γη.
Το ζήτημα της χωροθέτησης των Φ/Σ στο νησιωτικό χώρο είναι σημαντικό καθώς είναι ανάγκη να αναζητείται πάντοτε η κρίσιμη ισορροπία μεταξύ της μικρής κλίμακας που συνεπάγεται η νησιωτικότητα και της ανάγκης για ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Οι εγκαταστάσεις αξιοποίησης ανανεώσιμων πηγών ενέργεια άλλωστε, αν και χαρακτηρίζονται καταρχήν φιλικές προς το περιβάλλον εντούτοις δεν στερούνται παντελώς επιπτώσεων τόσο στα ανθρωπογενή όσο και στα φυσικά συστήματα (συγκρούσεις χρήσεων γης, αισθητική υποβάθμιση τοπίου κλπ).
Επομένως, προκύπτει η ανάγκη υιοθέτησης σαφών κανόνων χωροθέτησης των Φ/Σ κυρίως στο κρίσιμο στρατηγικό επίπεδο του χωροταξικού σχεδιασμού καθώς στο επίπεδο των σημειακών χωροθετήσεων μέσω της εκπόνησης Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπιστούν με επιτυχία ζητήματα συσωρευτικών επιπτώσεων από την εγκατάσταση Φ/Σ στο χώρο. Στο πλαίσιο αυτό θα ήταν ίσως σκόπιμο να γίνει μια συστηματική προσπάθεια αξιοποίησης των αποτελεσμάτων της έρευνας σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, που αφορά στις πιθανές επιπτώσεις των φωτοβολταικών εγκαταστάσεων, των συνεπειών που απορρέουν από αυτές για την ισόρροπη και βιώσιμη διευθέτηση του χώρου καθώς και των τρόπων αντιμετώπισης των αρνητικών επιπτώσεων σε επίπεδο χωροταξικού σχεδιασμού.
Οι απόψεις που έχουν εκφραστεί και τα εργαλεία αξιολόγησης που έχουν προταθεί από τα επιστημονικά ιδρύματα και τον τεχνικό κόσμο της χώρας, αλλά και από ιδρύματα και φορείς του εξωτερικού, μπορούν να συνδράμουν αποφασιστικά προς αυτή την κατεύθυνση. Ενδεικτικά, θα ήταν σκόπιμο να αναφερθούν οι προτάσεις φορέων για τον καθορισμό Περιοχών Ηλιακής Προτεραιότητας (Π.Η.Π) και Περιοχών Ηλιακής Καταλληλότητας (Π.Η.Κ) κατ’ αναλογία με τις Περιοχές Αιολικής Προτεραιότητας και Αιολικής Καταλληλότητας που ισχύουν σήμερα.
Οι περιοχές αυτές θα μπορούσαν να αναζητηθούν ανά γεωγραφική ενότητα, μετά από συστηματική αξιολόγηση με τη χρήση γεωγραφικών εργαλείων πολυκριτιριακής ανάλυσης που θα οδηγούσαν στην παραγωγή συγκεκριμένων χαρτών και οριοθετήσεων[1]. Τα κριτήρια οριοθέτησης των ανωτέρω περιοχών θα πρέπει να είναι σαφή και να στοχεύουν στην ομαλή και αρμονική ένταξη των Φ/Σ στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον και επομένως και στην διερεύνηση της συμβατότητας με άλλες χρήσεις και την αποφυγή οχλήσεων. Στο πλαίσιο αυτό, θα ήταν χρήσιμος ο καθορισμός μέγιστων επιτρεπόμενων πυκνοτήτων εγκατάστασης Φ/Σ.
Παράλληλα, θα ήταν ίσως σκόπιμο να καθοριστούν ανά γεωγραφική ζώνη περιοχές ασυμβατότητας και αποκλεισμού (ιδιαίτερα στα νησιά) εντός των οποίων θα απαγορεύεται η χωροθέτηση Φ/Σ στο έδαφος (π.χ. οργανωμένες ακτές κολύμβησης, τουριστικές περιοχές) και που πιθανόν θα επιτρέπεται η τοποθέτηση μικρών συστημάτων μόνο στις στέγες των κτιρίων. Άλλα κριτήρια περιορισμού με σκοπό την προστασία των κύριων οδικών αρτηριών, των συγκεντρώσεων τουριστικών καταλυμάτων κλπ από τις ανακλάσεις των Φ/Σ θα ήταν ίσως σκόπιμο να συνυπολογιστούν.
Τέλος, σε μια σειρά Ευρωπαϊκών Χωρών όπως στη Μεγάλη Βρετανία, τη Δανία κλπ, το νομοθετικό πλαίσιο εγκατάστασης των Φ/Σ εκσυγχρονίζεται και συμπληρώνεται συνεχώς με την παροχή συγκεκριμένων οδηγιών (Guidelines) προς την τοπική αυτοδιοίκησης προκειμένου να αποφευχθούν αρνητικές επιπτώσεις στις ανθρώπινες δραστηριότητες και το περιβάλλον στις περιοχές υποδοχής Φ/Σ. Στη Μεγάλη Βρετανία δίνεται δε, ιδιαίτερη βαρύτητα στην αντιμετώπιση και το μετριασμό των αισθητικών αρνητικών επιπτώσεων των Φ/Σ. σε πολλές περιπτώσεις εγκαταστάσεων φωτοβολταϊκών σταθμών, πέρα από την προβλεπόμενη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (Environmental Impact Assessment), επιβάλλεται και διεξαγωγή Αξιολόγησης Οπτικών Επιπτώσεων (Visual Impact Assessment)[2] των παραπάνω εγκαταστάσεων. Στη χώρα μας, μια τέτοια προσέγγιση αξιολόγησης των οπτικών επιπτώσεων έχει υιοθετηθεί με σαφή και προσδιορισμένο τρόπο μόνο για τις εγκαταστάσεις Αιολικών Σταθμών παραγωγής ενέργειας.
Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, και επειδή για τα τουριστικά νησιά η ανεξέλεγκτη τοποθέτηση φωτοβολταϊκών σταθμών βρίσκεται σε πλήρη σύγκρουση με την αειφόρο τουριστική ανάπτυξη, παρακαλώ να αναλάβετε πρωτοβουλία προκειμένου να κινηθούν οι διαδικασίες επανεξέτασης των διατάξεων αδειοδότησης των φωτοβολταϊκών σταθμών από τα αρμόδια Υπουργεία, αφού πρώτα μελετηθούν σε κάθε νομό οι περιοχές που θα μπορούσαν να υποδεχθούν αυτές τις εγκαταστάσεις χωρίς να προκαλούν προβλήματα στους υπόλοιπους τομείς της οικονομικής ανάπτυξης και στο φυσικό περιβάλλον.
Ο ΑΝΤΙΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΡΧΗΣ
ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΚΟΥΡΗΣ
[1] Αναφέρεται ενδεικτικά η έρευνα του Πανεπιστημίου Αιγαίου υπό τον καθηγητή κ. Ι. Χατζόπουλο για τη δημιουργία εργαλείου χωροθέτηση Φ/Σ με τη χρήση πολυκριτιριακής ανάλυσης και Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών.
[2] ‘Guidelines for Landscape and Visual Impact Assessment’ (GLVIA) – Landscape Institute and the Institute of Environmental Management and Assessment, 2002.
‘Landscape Character Assessment - Guidance for England and Scotland’ – Countryside Agency and Scottish Natural Heritage 2002.