Γράφει η Αναστασία Κανάκη
Το ενετικό κάστρο της Άσσου είναι χτισμένο στη χερσόνησο της Άσσου στην Κεφαλονιά και αποτέλεσε για πολλά χρόνια πρωτεύουσα της βόρειας Κεφαλονιάς και έδρα Προβλεπτή (Κυβερνήτη). Η κατασκευή του φρουρίου στο τέλος του 16ου αιώνα, υπήρξε ένα φιλόδοξο σχέδιο των Ενετών για τη δημιουργία μιας ισχυρής καστροπολιτείας εκ του μηδενός, χωρίς όμως τα αναμενόμενα αποτελέσματα…
Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα κάστρα στην Ελλάδα!!!
Εμείς, κάναμε τη βόλτα μας στο εσωτερικό του φρουρίου και μας μάγεψαν όσα είδαμε, καθώς μας ταξίδεψαν πίσω στο χρόνο!
Υπάρχουν όλες οι αποχρώσεις του πράσινου, απ τις ελιές, τα κυπαρίσσια, τα πεύκα, τους θάμνους κι όλες οι αποχρώσεις του γαλάζιου, απ την θάλασσα που βρίσκεσαι να «χαζεύεις», φθάνοντας στην άκρη του κάστρου και σου κόβει την ανάσα! Αποθανατίσαμε όσα είδαμε εκεί και τα μοιραζόμαστε μαζί σας, καθώς και λίγες επιπλέον πληροφορίες για το φρούριο της Άσσου, παρμένες κυρίως απ το blog του Ηλία Τουμασάτου! Enjoy!
Τοποθεσία & Στρατηγική Σημασία
Η χερσόνησος της Άσσου ήταν το ιδανικό μέρος για να κατασκευαστεί ένα απόρθητο φρούριο που θα έλεγχε όλο το κεντρικό Ιόνιο, και θα προστάτευε τους κατοίκους από τις τουρκικές και τις πειρατικές επιδρομές. Κανείς δεν θα μπορούσε να επιτεθεί εύκολα, καθώς λιμάνια κοντινά δεν υπήρχαν και ακόμη κι αν έστηνε κανείς τηλεβόλα στα βουνά της Ερίσου δεν θα μπορούσε να πλήξει αυτό το οχυρό.
Το σκεπτικό ήταν να ιδρυθεί ένα φρούριο που θα εντασσόταν στο μεγάλο οχυρωματικό δίκτυο της Βενετίας, που κάλυπτε όλες τις κτήσεις της στην Αδριατική, το Ιόνιο, την Πελοπόννησο και την Κρήτη και αποτελούσε την ασπίδα προστασίας έναντι των Τούρκων, αλλά και την γέφυρα στην αλυσίδα διακίνησης των προϊόντων της προς τη Μέση Ανατολή, από την οποία -παρεμπιπτόντως- είχε χαθεί ο κρίκος της Κύπρου.
Σημειωτέον ότι η χερσόνησος της Άσσου, στην οποία υπήρχαν και ερείπια αρχαίας ακρόπολης, θεωρείται από κάποιους μελετητές ότι είναι η πραγματική τοποθεσία της Ομηρικής Ιθάκης.
Ιστορία
Στο τέλος του 16ου αιώνα οι Ενετοί είχαν χάσει ήδη πολύ έδαφος έναντι των Τούρκων, που με ορμητήριο τη Λευκάδα ήταν μία διαρκής απειλή για την Κεφαλονιά. Ειδικά το βόρειο μέρος του νησιού ήταν απροστάτευτο απέναντι στις επιδρομές Τούρκων και πειρατών.
Το 1584, το Συμβούλιο Ευγενών της Κεφαλονιάς απέστειλε αίτημα προς τη Γερουσία της Βενετίας για κατασκευή κάστρου στην Άσσο. Το αίτημα έγινε καταρχήν δεκτό, αλλά οι Κεφαλονίτες θα έπρεπε οι ίδιοι να καλύψουν το μεγάλο κόστος και να συνεισφέρουν με προσωπική εργασία στην οικοδόμησή του.
Η τελική έγκριση δόθηκε το 1593, οπότε ξεκίνησε το τεράστιο για την εποχή έργο υπό την επίβλεψη του στρατιωτικού Ραφαέλο Ρασπόνι και υπό τις τεχνικές οδηγίες του μηχανικού Μαρίνο Τζεντιλίνι.
Σύμφωνα με την επιγραφή που βρίσκεται στο εξωτερικό της κύριας πύλης του κάστρου, οι οχυρωματικές εργασίες ολοκληρώθηκαν μέσα σε δύο χρόνια.
Η Βενετία είχε μεγάλα σχέδια για την ίδρυση μιας καινούργιας καστροπολιτείας. Το όραμα ήταν να δημιουργηθεί μια πόλη σαν τη Μονεμβασιά. Είναι μια από τις σπάνιες περιπτώσεις που η Γαληνοτάτη Δημοκρατία αποφάσισε να κάνει κάτι τέτοιο, καθώς η συνήθης πρακτική ήταν να οχυρώνει υφιστάμενες πόλεις. Η Βενετία διόρισε Προβλεπτή (Πρεβεδούρο, proveditore) στο Φρούριο και κάλεσε τους κατοίκους του νησιού, ιδίως της βόρειας περιοχής, να εποικίσουν την καινούρια πόλη.
Οι Κεφαλονίτες όμως δεν ανταποκρίθηκαν, παρόλο που το έδαφος εντός του φρουρίου είναι επίπεδο, και τα γεωτεμάχια που δόθηκαν για εποικισμό ήταν μεγάλα.
Σύμφωνα με στοιχεία του 1682, 100 σχεδόν χρόνια μετά την κατασκευή του, στο κάστρο ζούσαν μόνο 39 οικογένειες. Ο βασικός λόγος της αποτυχίας ήταν ότι το κάστρο δεν είχε νερό. Οι ανάγκες ύδρευσης καλύπτονταν από ομβροδεξαμενές που δεν είναι ό,τι καλύτερο. Οι κάτοικοι προτίμησαν να εγκατασταθούν σε περιοχές γύρω από το κάστρο και όχι μέσα σε αυτό, αφού ούτως ή άλλως η ύπαρξη του κάστρου πρόσφερε ασφάλεια σε περιπτώσεις κινδύνου.
Η Άσσος έμεινε ένα ανεκπλήρωτο όνειρο και άρχισε να παρακμάζει. Ειδικά μετά το 1684 έχασε εντελώς τη στρατηγική του αξία, όταν και η Λευκάδα έγινε ενετική κτήση.
Στα μισά του 18ου αιώνα, το 1757, οι Βενετοί ιδρύουν νέα πρωτεύουσα, το Αργοστόλι, καθώς η εποχή της πειρατείας και του άμεσου τουρκικού κινδύνου είχε πια περάσει και τα δυσπρόσιτα σημεία δεν είχαν πια ιδιαίτερα πλεονεκτήματα.
Το τέλος της Ενετικής κυριαρχίας ήρθε το 1797, μετά την κατάλυσή της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας από τον Ναπολέοντα. Η Κεφαλονιά θα γίνει γαλλική κτήση. Ο Γάλλος επιτετραμμένος Αντρέ Γκρασσέ ντε Σαιν Σωβέρ που θα επισκεφτεί τα Επτάνησα στα τέλη του 18ου αιώνα, θα διαπιστώσει το άδοξο τέλος του μεγαλεπήβολου σχεδίου της Βενετίας για την Άσσο: Λιγοστά δημόσια κτίρια και ένα μικρό χωριουδάκι στη θέση της μεγάλης πολιτείας, με τον καθεδρικό ορθόδοξο ναό του Προφήτη Ηλία.
Οι Γάλλοι διατήρησαν το φρούριο σαν έδρα του Δημαρχείου και έκαναν κάποιες επισκευές στα δημόσια κτίρια και στο σύστημα συλλογής ομβρίων υδάτων. Είχαν και άλλα σχέδια που δεν μπόρεσαν να τα υλοποιήσουν μιας και έμειναν στο νησί, τελικά, μόνο για δυο χρόνια.
To 1822 στο κάστρο εγκαταστάθηκαν 1700 πρόσφυγες από το Σούλι. Ήταν μια καλή ευκαιρία να αξιοποιηθεί το κάστρο, αλλά και ένας καλός τρόπος για να επιτηρούνται οι απρόβλεπτοι Σουλιώτες. Οι περισσότεροι -αλλά όχι όλοι- από αυτούς έφυγαν μετά το 1865 και την ενσωμάτωση των Επτανήσων στην Ελλάδα.
Το φρούριο για ενάμισι περίπου αιώνα συνέχισε την πορεία του ως ένας μικρός οικισμός – παράρτημα του κεντρικού κεντρικό οικισμού της Άσσου. Η απογραφή του 1920 μέτρησε στον οικισμό 59 άτομα. Στα τέλη της δεκαετίας του ’20, ο χώρος του φρουρίου «αξιοποιείται» με τη δημιουργία σε αυτό Αγροτικών Φυλακών. Στην αρχή οι φυλακές φιλοξενούν μικροεγκληματίες, αλλά αργότερα οι τρόφιμοι είναι βαρυποινίτες και, μετά τον πόλεμο και πολιτικοί κρατούμενοι.
Η χαριστική βολή στο κάστρο δόθηκε με τους σεισμούς του 1953, οπότε εγκαταλείφθηκε από τους περισσότερους κατοίκους και έπαψαν να λειτουργούν οι αγροτικές φυλακές.
Στην απογραφή του 1961 το κάστρο είχε 6 κατοίκους. Ο τελευταίος κάτοικος έφυγε το 1963.
Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία
Το κάστρο έχει μήκος τειχών περίπου 2.000 μέτρα, τέσσερις πύλες (την κυρίως πύλη, το «πορτέλο» στο πίσω μέρος, την Ρεσπούνα και τη Μηλιάνα) και πέντε προμαχώνες.
Το εσωτερικό το κάστρου κάλυπτε έκταση 440 στρεμμάτων και διαμορφώθηκε με την κατασκευή διαφόρων κτιρίων και κατοικιών. Σε αντίθεση με άλλα κάστρα όπου τα σπίτια είναι στριμωγμένα εντός των τειχών, στην περίπτωση της Άσσου ένα τεράστιο κάστρο περικλείει ένα ασυνήθιστα μικρό οικισμό.
Στο εσωτερικό του κάστρου υπάρχουν διάφορες κατασκευές, όπως δημόσια κτίρια, αποθήκες πυρομαχικών, στέρνες κλπ. Το πιο εντυπωσιακό του μέρος είναι η θολωτή κυρία είσοδος που σώζεται σε καλή κατάσταση.
Το ενετικό κάστρο της Άσσου είναι χτισμένο στη χερσόνησο της Άσσου στην Κεφαλονιά και αποτέλεσε για πολλά χρόνια πρωτεύουσα της βόρειας Κεφαλονιάς και έδρα Προβλεπτή (Κυβερνήτη). Η κατασκευή του φρουρίου στο τέλος του 16ου αιώνα, υπήρξε ένα φιλόδοξο σχέδιο των Ενετών για τη δημιουργία μιας ισχυρής καστροπολιτείας εκ του μηδενός, χωρίς όμως τα αναμενόμενα αποτελέσματα…
Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα κάστρα στην Ελλάδα!!!
Εμείς, κάναμε τη βόλτα μας στο εσωτερικό του φρουρίου και μας μάγεψαν όσα είδαμε, καθώς μας ταξίδεψαν πίσω στο χρόνο!
Υπάρχουν όλες οι αποχρώσεις του πράσινου, απ τις ελιές, τα κυπαρίσσια, τα πεύκα, τους θάμνους κι όλες οι αποχρώσεις του γαλάζιου, απ την θάλασσα που βρίσκεσαι να «χαζεύεις», φθάνοντας στην άκρη του κάστρου και σου κόβει την ανάσα! Αποθανατίσαμε όσα είδαμε εκεί και τα μοιραζόμαστε μαζί σας, καθώς και λίγες επιπλέον πληροφορίες για το φρούριο της Άσσου, παρμένες κυρίως απ το blog του Ηλία Τουμασάτου! Enjoy!
Τοποθεσία & Στρατηγική Σημασία
Η χερσόνησος της Άσσου ήταν το ιδανικό μέρος για να κατασκευαστεί ένα απόρθητο φρούριο που θα έλεγχε όλο το κεντρικό Ιόνιο, και θα προστάτευε τους κατοίκους από τις τουρκικές και τις πειρατικές επιδρομές. Κανείς δεν θα μπορούσε να επιτεθεί εύκολα, καθώς λιμάνια κοντινά δεν υπήρχαν και ακόμη κι αν έστηνε κανείς τηλεβόλα στα βουνά της Ερίσου δεν θα μπορούσε να πλήξει αυτό το οχυρό.
Το σκεπτικό ήταν να ιδρυθεί ένα φρούριο που θα εντασσόταν στο μεγάλο οχυρωματικό δίκτυο της Βενετίας, που κάλυπτε όλες τις κτήσεις της στην Αδριατική, το Ιόνιο, την Πελοπόννησο και την Κρήτη και αποτελούσε την ασπίδα προστασίας έναντι των Τούρκων, αλλά και την γέφυρα στην αλυσίδα διακίνησης των προϊόντων της προς τη Μέση Ανατολή, από την οποία -παρεμπιπτόντως- είχε χαθεί ο κρίκος της Κύπρου.
Σημειωτέον ότι η χερσόνησος της Άσσου, στην οποία υπήρχαν και ερείπια αρχαίας ακρόπολης, θεωρείται από κάποιους μελετητές ότι είναι η πραγματική τοποθεσία της Ομηρικής Ιθάκης.
Ιστορία
Στο τέλος του 16ου αιώνα οι Ενετοί είχαν χάσει ήδη πολύ έδαφος έναντι των Τούρκων, που με ορμητήριο τη Λευκάδα ήταν μία διαρκής απειλή για την Κεφαλονιά. Ειδικά το βόρειο μέρος του νησιού ήταν απροστάτευτο απέναντι στις επιδρομές Τούρκων και πειρατών.
Το 1584, το Συμβούλιο Ευγενών της Κεφαλονιάς απέστειλε αίτημα προς τη Γερουσία της Βενετίας για κατασκευή κάστρου στην Άσσο. Το αίτημα έγινε καταρχήν δεκτό, αλλά οι Κεφαλονίτες θα έπρεπε οι ίδιοι να καλύψουν το μεγάλο κόστος και να συνεισφέρουν με προσωπική εργασία στην οικοδόμησή του.
Η τελική έγκριση δόθηκε το 1593, οπότε ξεκίνησε το τεράστιο για την εποχή έργο υπό την επίβλεψη του στρατιωτικού Ραφαέλο Ρασπόνι και υπό τις τεχνικές οδηγίες του μηχανικού Μαρίνο Τζεντιλίνι.
Σύμφωνα με την επιγραφή που βρίσκεται στο εξωτερικό της κύριας πύλης του κάστρου, οι οχυρωματικές εργασίες ολοκληρώθηκαν μέσα σε δύο χρόνια.
Η Βενετία είχε μεγάλα σχέδια για την ίδρυση μιας καινούργιας καστροπολιτείας. Το όραμα ήταν να δημιουργηθεί μια πόλη σαν τη Μονεμβασιά. Είναι μια από τις σπάνιες περιπτώσεις που η Γαληνοτάτη Δημοκρατία αποφάσισε να κάνει κάτι τέτοιο, καθώς η συνήθης πρακτική ήταν να οχυρώνει υφιστάμενες πόλεις. Η Βενετία διόρισε Προβλεπτή (Πρεβεδούρο, proveditore) στο Φρούριο και κάλεσε τους κατοίκους του νησιού, ιδίως της βόρειας περιοχής, να εποικίσουν την καινούρια πόλη.
Οι Κεφαλονίτες όμως δεν ανταποκρίθηκαν, παρόλο που το έδαφος εντός του φρουρίου είναι επίπεδο, και τα γεωτεμάχια που δόθηκαν για εποικισμό ήταν μεγάλα.
Σύμφωνα με στοιχεία του 1682, 100 σχεδόν χρόνια μετά την κατασκευή του, στο κάστρο ζούσαν μόνο 39 οικογένειες. Ο βασικός λόγος της αποτυχίας ήταν ότι το κάστρο δεν είχε νερό. Οι ανάγκες ύδρευσης καλύπτονταν από ομβροδεξαμενές που δεν είναι ό,τι καλύτερο. Οι κάτοικοι προτίμησαν να εγκατασταθούν σε περιοχές γύρω από το κάστρο και όχι μέσα σε αυτό, αφού ούτως ή άλλως η ύπαρξη του κάστρου πρόσφερε ασφάλεια σε περιπτώσεις κινδύνου.
Η Άσσος έμεινε ένα ανεκπλήρωτο όνειρο και άρχισε να παρακμάζει. Ειδικά μετά το 1684 έχασε εντελώς τη στρατηγική του αξία, όταν και η Λευκάδα έγινε ενετική κτήση.
Στα μισά του 18ου αιώνα, το 1757, οι Βενετοί ιδρύουν νέα πρωτεύουσα, το Αργοστόλι, καθώς η εποχή της πειρατείας και του άμεσου τουρκικού κινδύνου είχε πια περάσει και τα δυσπρόσιτα σημεία δεν είχαν πια ιδιαίτερα πλεονεκτήματα.
Το τέλος της Ενετικής κυριαρχίας ήρθε το 1797, μετά την κατάλυσή της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας από τον Ναπολέοντα. Η Κεφαλονιά θα γίνει γαλλική κτήση. Ο Γάλλος επιτετραμμένος Αντρέ Γκρασσέ ντε Σαιν Σωβέρ που θα επισκεφτεί τα Επτάνησα στα τέλη του 18ου αιώνα, θα διαπιστώσει το άδοξο τέλος του μεγαλεπήβολου σχεδίου της Βενετίας για την Άσσο: Λιγοστά δημόσια κτίρια και ένα μικρό χωριουδάκι στη θέση της μεγάλης πολιτείας, με τον καθεδρικό ορθόδοξο ναό του Προφήτη Ηλία.
Οι Γάλλοι διατήρησαν το φρούριο σαν έδρα του Δημαρχείου και έκαναν κάποιες επισκευές στα δημόσια κτίρια και στο σύστημα συλλογής ομβρίων υδάτων. Είχαν και άλλα σχέδια που δεν μπόρεσαν να τα υλοποιήσουν μιας και έμειναν στο νησί, τελικά, μόνο για δυο χρόνια.
To 1822 στο κάστρο εγκαταστάθηκαν 1700 πρόσφυγες από το Σούλι. Ήταν μια καλή ευκαιρία να αξιοποιηθεί το κάστρο, αλλά και ένας καλός τρόπος για να επιτηρούνται οι απρόβλεπτοι Σουλιώτες. Οι περισσότεροι -αλλά όχι όλοι- από αυτούς έφυγαν μετά το 1865 και την ενσωμάτωση των Επτανήσων στην Ελλάδα.
Το φρούριο για ενάμισι περίπου αιώνα συνέχισε την πορεία του ως ένας μικρός οικισμός – παράρτημα του κεντρικού κεντρικό οικισμού της Άσσου. Η απογραφή του 1920 μέτρησε στον οικισμό 59 άτομα. Στα τέλη της δεκαετίας του ’20, ο χώρος του φρουρίου «αξιοποιείται» με τη δημιουργία σε αυτό Αγροτικών Φυλακών. Στην αρχή οι φυλακές φιλοξενούν μικροεγκληματίες, αλλά αργότερα οι τρόφιμοι είναι βαρυποινίτες και, μετά τον πόλεμο και πολιτικοί κρατούμενοι.
Η χαριστική βολή στο κάστρο δόθηκε με τους σεισμούς του 1953, οπότε εγκαταλείφθηκε από τους περισσότερους κατοίκους και έπαψαν να λειτουργούν οι αγροτικές φυλακές.
Στην απογραφή του 1961 το κάστρο είχε 6 κατοίκους. Ο τελευταίος κάτοικος έφυγε το 1963.
Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία
Το κάστρο έχει μήκος τειχών περίπου 2.000 μέτρα, τέσσερις πύλες (την κυρίως πύλη, το «πορτέλο» στο πίσω μέρος, την Ρεσπούνα και τη Μηλιάνα) και πέντε προμαχώνες.
Το εσωτερικό το κάστρου κάλυπτε έκταση 440 στρεμμάτων και διαμορφώθηκε με την κατασκευή διαφόρων κτιρίων και κατοικιών. Σε αντίθεση με άλλα κάστρα όπου τα σπίτια είναι στριμωγμένα εντός των τειχών, στην περίπτωση της Άσσου ένα τεράστιο κάστρο περικλείει ένα ασυνήθιστα μικρό οικισμό.
Στο εσωτερικό του κάστρου υπάρχουν διάφορες κατασκευές, όπως δημόσια κτίρια, αποθήκες πυρομαχικών, στέρνες κλπ. Το πιο εντυπωσιακό του μέρος είναι η θολωτή κυρία είσοδος που σώζεται σε καλή κατάσταση.